«Άγνωστοι» Ήρωες του Αγώνα.

Πρότυπο ανιδιοτέλειας, ήταν ο, μάλλον άγνωστος στους περισσότερους, Αθανάσιος Τσάκας από το Μοναστηράκι Αγράφων (1789-1851). Πολύ νέος, ήταν συμπολεμιστής του Κατσαντώνη και διακρίθηκε για την ανδρεία του. Στη διάρκεια της Επανάστασης, πολέμησε στο πλευρό του Καραϊσκάκη, τον οποίο έσωσε από βέβαιο θάνατο στη μάχη των στενών του Σοβόλακου. Ο θρυλικός «γιος της καλόγριας» μάλιστα, τον χαρακτήρισε ως έναν από τους γενναιότερους Αγραφιώτες. Μετά το τέλος του Αγώνα, αποσύρθηκε στον Παρνασσό, όπου ασχολήθηκε με την κτηνοτροφία.

Στο ορεινό του καταφύγιο, τον επισκέφθηκαν ο Όθωνας με την Αμαλία, προτρέποντάς τον να υποβάλει αίτηση για να ανταμειφθεί για όσα πρόσφερε στην Επανάσταση. Όμως ο Τσάκας αρνήθηκε κατηγορηματικά και τους είπε ότι δεν ήθελε καμία αμοιβή για την εκπλήρωση των καθηκόντων του προς την πατρίδα.

Ηρωική μορφή του ’21 ήταν ο καταγόμενος από τους Παξούς, Γεώργιος Ανεμογιάννης (1798-1821). Υπηρετούσε ως ναύτης στο πλοίο της Μπουμπουλίνας «Οι Σύμμαχοι», το οποίο συμμετείχε στον αποκλεισμό της Ναυπάκτου και στην επίθεση εναντίον του φρουρίου της (25 Μαΐου 1821). Η επίθεση απέτυχε και αποφασίστηκε η πυρπόληση του τουρκικού στόλου που βρισκόταν προστατευμένος κάτω από το φρούριο της Ναυπάκτου. Μοναδικός εθελοντής για την «πλοήγηση» του πυρπολικού ήταν ο Γεώργιος Ανεμογιάννης. Παρά την ανδρεία που έδειξε όμως, η επιχείρηση απέτυχε και πιάστηκε από τους Τούρκους, οι οποίοι αρνήθηκαν να τον ανταλλάξουν με αιχμαλώτους τους ή χρήματα. Ο Ανεμογιάννης βρήκε φρικτό θάνατο με ανασκολοπισμό. Το άψυχο σώμα του παρέμεινε για αρκετές μέρες στις επάλξεις του φρουρίου για παραδειγματισμό και εκφοβισμό. Μνημείο του Γ. Ανεμογιάννη υπάρχει σήμερα στην είσοδο του λιμανιού της Ναυπάκτου. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ναύπακτος παραδόθηκε από τους Τούρκους στους Έλληνες, μόλις το 1829!

Και μια και αναφερθήκαμε πιο πάνω στην Μπουμπουλίνα να μιλήσουμε και για μια άγνωστη ηρωίδα του 1821, τη Δόμνα Βισβίζη (1783-1850). Γεννήθηκε στην Αίνο της Θράκης και το 1808, παντρεύτηκε τον συμπατριώτη της πλοίαρχο Χατζη – Αντώνη Βισβίζη. Με την έναρξη της Επανάστασης, ο Βισβίζης με το μπρίκι «Καλομοίρα», το οποίο είχε πλήρωμα 140 ναύτες, 16 κανόνια, ακόμα και αίθουσα συνεδριάσεων (!), στην οποία αργότερα θα διεξάγονταν οι συνεδριάσεις του Άρειου Πάγου, πήρε μέρος σε διάφορες επιχειρήσεις. Από τον Μάιο του 1821, στο πλοίο επιβιβάστηκε η σύζυγός του Δόμνα και τα 5 ανήλικα παιδιά τους. Στη διάρκεια της πολιορκίας του Ευρίπου (1822), ο καπετάν Χατζή – Αντώνης έχασε τη ζωή του. Τότε, η σύζυγός του, με τη βοήθεια του υπαρχηγού του πλοίου, καπετάν Σταυρή, ανέλαβε τη διακυβέρνησή του για δύο περίπου χρόνια, ξοδεύοντας όλη την περιουσία της για πολεμοφόδια και συντήρηση της «Καλομοίρας». Όταν οι πόροι της εξαντλήθηκαν και το πλοίο είχε υποστεί πολλές ζημιές, η Δόμνα Βισβίζη, το παραχώρησε στους Υδραίους που το μετέτρεψαν σε πυρπολικό. Μ’ αυτό, ο Ανδρέας Πιπίνος ανατίναξε στα στενά του Τσεσμέ τη φρεγάτα «Χασνέ Γκεμσί» του τουρκικού στόλου, που ήταν το θησαυροφυλάκιό του.

Η Δόμνα Βισβίζη έζησε τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής της πάμφτωχη, σε Ναύπλιο, Σύρο και Πειραιά, όπου και πέθανε. Η Ελληνική Πολιτεία κώφευσε στις εκκλήσεις και αιτήσεις της για κάποια αποζημίωση. Μόνον ένα από τα παιδιά της, ο Θεμιστοκλής (αρχικό όνομα Δημήτριος) σπούδασε, με γαλλική υποτροφία, στο Παρίσι και με την επιστροφή του στην Ελλάδα (1832), εργάστηκε στο Υπουργείο Εξωτερικών και αργότερα έγινε διοικητής Νάξου.

Λάμπρος Βέικος
Ο σουλιώτης οπλαρχηγός, γιος του Βέικου Ζορμπά, πήρε ενεργό μέρος στον αγώνα των Ρουµελιωτών μετά την πτώση και τον θάνατο του Αλή Πασά. Γνωστός για την ανδρεία και την τόλμη του, ενίσχυσε με τους 3.000 Ρουμελιώτες του την άμυνα του Μεσολογγίου και αρνήθηκε τις προτάσεις του Κιουταχή να μεσολαβήσει για σύναψη συμφωνίας µε τους πολιορκημένους. Μετά την Έξοδο, συμμετείχε στις επιχειρήσεις της Αττικής, δίνοντας τελικά τη ζωή του για τον αγώνα στη Μάχη του Ανάλατου το 1827.

Το νεοσύστατο ελληνικό κράτος για να τιμήσει τη μνήμη του έδωσε στη φαμίλια του εκτάσεις γης στην περιοχή του σημερινού Άλσους Βεΐκου στον αθηναϊκό δήμο του Γαλατσίου…

Ιωάννης Γκούρας

Με το που ξέσπασε η επανάσταση, ο οπλαρχηγός της Στερεάς Ελλάδας και Φιλικός Γκούρας στρατολόγησε 700 λεβέντες από την Παρνασσίδα και μαζί µε τον Πανουργιά και κάποιους γαλαξιδιώτες καπεταναίους κατέλαβαν στις 27 Μαρτίου τα Σάλωνα (τη σημερινή Άμφισσα). Κατόπιν πολέμησε στο πλευρό του Ανδρούτσου στο Χάνι της Γραβιάς (8 Mαΐου 1821), μετά στη Μάχη των Βασιλικών και συμμετείχε στη συνέλευση των Σαλώνων, υπογράφοντας τη σχετική διάταξη της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος.

Ο Γκούρας διακρίθηκε ιδιαίτερα για τη στρατηγική ικανότητα και την ανδρεία του, κάτι που θα τον φέρει το 1825 γενικό οπλαρχηγό της Ανατολικής Στερεάς, όπου θα εμπλακεί ενεργά στον εμφύλιο που ξέσπασε και θα έχει ενεργό ρόλο στη δολοφονία του Ανδρούτσου. Ο γενναίος οπλαρχηγός σκοτώθηκε τον Οκτώβριο του 1826 υπερασπιζόμενος την Ακρόπολη από τα στρατεύματα του Κιουταχή…

Αγγελής Γοβιός ή Γοβγίνας
Ο Αγγελής Γοβιός ή Γοβγίνας (πραγματικό επίθετο Τζουτζάς η Τζοτζάς) ήταν οπλαρχηγός της Εύβοιας που κράτησε άσβεστη τη φλόγα της επανάστασης στην Εύβοια. Προσωπικός φίλος του Ανδρούτσου και ξακουστός για το θάρρος του, ο Γοβιός πολέμησε με γενναιότητα στο Χάνι της Γραβιάς και έδρασε σε όλη την Εύβοια ως γενικός αρχηγός των επαναστατικών σωμάτων της περιοχής. Στις 15 Ιουνίου 1821 αντιμετώπισε τον Ομέρ Βρυώνη στα Βρυσάκια αναγκάζοντάς τον να αποσυρθεί.

Ο θρυλικός οπλαρχηγός και εκ των πρωταγωνιστών της εθνεγερσίας μας σκοτώθηκε σε ενέδρα των Τούρκων στις 28 Μαρτίου 1822, πλάι στον αδερφό του Αναγνώστη.

Ενδεικτικό της σημαντικότητάς του για την επανάσταση στην Εύβοια είναι το δημοτικό τραγούδι που ήταν άλλοτε στα στόματα όλων: «Για σένα, μωρ’ Αγγελή, κλαίει το Γριπονήσι / που χάθηκες κατακαμπής με όλο το γιουρούσι. / Εσύ δεν επολέμαγες μες στης Γραβιάς το χάνι / μ’ οχτώ χιλιάδες Γκέκηδες και βγήκες παλικάρι; / Μα οι Μπαλαλαίοι τα σκυλιά σούφαγαν το κεφάλι. / Σε κλαίει ούλ’ η Ρούμελη τ’ ήσουνα παλικάρι».

Ιωάννης Δυοβουνιώτης
Ο Ιωάννης Ξήκης, που έμεινε γνωστός ως Δυοβουνιώτης (από το τοπωνύμιο της καταγωγής του), ήταν αρματολός της Λοκρίδας και Φιλικός, παίρνοντας μέρος στον αγώνα από τις πρώτες στιγμές. Με το που ήχησαν οι σάλπιγγες του πολέμου, απελευθέρωσε την Μπουδουνίτσα (13 Απριλίου 1821) και συνεργάστηκε κατόπιν µε τον Αθανάσιο Διάκο σε κοινές στρατιωτικές επιχειρήσεις. Δικής του έμπνευσης ήταν εξάλλου το σχέδιο άμυνας στη Μάχη των Βασιλικών (25 Αυγούστου 1821), που οδήγησε στην αναχαίτιση της στρατιάς του Μπεϊράν Πασά και την εμφατική νίκη των Ελλήνων.

Ο μεγάλος οπλαρχηγός της Στερεάς, πραγματικό φόβητρο για τους Τούρκους, ήταν ένας από τους γνησιότερους ήρωες της επανάστασης, πολεμώντας ασταμάτητα και παίρνοντας μέρος σε όλες τις μάχες μέσα και έξω από τα όρια της Ρούμελης, χωρίς ποτέ να εμπλακεί στις πολιτικές ίντριγκες του καιρού του. Του απονεμήθηκε τιμητικά ο βαθμός του στρατηγού…

Tσάµης Καρατάσος
Ο γιος του αρματολού της Μακεδονίας, Αναστάσιου Καρατάσου, έπιασε τα όπλα το 1822 δρώντας κατά την επανάσταση της Βέροιας. Ο σπουδαιότερος οπλαρχηγός της Μακεδονίας κατέφυγε μετά στην Εύβοια και τις Σποράδες, συνεχίζοντας τον πόλεμο της ανεξαρτησίας, πριν περάσει τον Αύγουστο του 1828 στην Ανατολική Στερεά αγωνιζόμενος για την αποκατάσταση της ελληνικής κυριαρχίας.

Η πλούσια επαναστατική του δράση θα του φέρει τον βαθμό του αρχιστράτηγου της Μακεδονίας στο απελευθερωτικό κίνημα της Χαλκιδικής τον Απρίλιο του 1854. Με την εγκαθίδρυση της βασιλείας, έγινε υπασπιστής του Όθωνα…

Μιχάλης Κόρακας

Αν εξαιρέσουμε τον επαναστάτη Ιωάννη Δασκαλογιάννη, δύσκολα θα βρεθεί σημαντικότερος οπλαρχηγός στην Κρήτη από τον Κόρακα, ο οποίος άπλωσε την επαναστατική του δράση σε όλη την Ελλάδα πολεμώντας κυριολεκτικά μέχρι τα βαθιά του γεράματα. Από την πρώτη στιγμή που ξέσπασε η επανάσταση στο νησί (Μάιος 1821), ο Κόρακας έπιασε τα όπλα για να αναδειχθεί σε έναν από τους σπουδαιότερους ηγέτες της Μεγάλης Κρητικής Επανάστασης, αν και δεν περιόρισε τη δράση του στο νησί, πολεμώντας ακόμα και τον Κιουταχή στην Αττική.

Ο «Γέρος», όπως ήταν το παρατσούκλι του, ξεκίνησε τη δράση του ως αρματολός και έκανε έναν τέτοιον πόλεμο στην Κρήτη που θα τον έκανε γνωστό απ’ άκρη σ’ άκρη στο νησί. Ήταν τόσο ταγμένος στρατιώτης στα ιδανικά του εθνικοαπελευθερωτικού μας αγώνα που όταν το 1825 φάνηκε ότι η επανάσταση στο νησί είχε καταπνιγεί, πέρασε στην ηπειρωτική Ελλάδα συνεχίζοντας τη μάχη στην Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα, πολεμώντας δίπλα στον Καραϊσκάκη στη Μάχη της Ακρόπολης.

Μετά γύρισε στην Κρήτη για να συνεχίσει τον άσβεστο αγώνα του, όντας τώρα πειρατής για να χτυπά τους Τούρκους στο Αιγαίο! Όταν η ελληνική κυβέρνηση του προσέφερε τιμητικά τον βαθμό του λοχαγού, εκείνος αρνήθηκε, λέγοντας ότι δεν έδωσε μάχες για να πάρει ανταλλάγματα. Ο Κόρακας πολεμούσε καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου του, παίρνοντας μέρος μέχρι και στη μεγάλη κρητική επανάσταση του 1866-69 ως γενικός αρχηγός των 12 ανατολικών επαρχιών.

Παρά το προχωρημένο της ηλικίας του, συμμετείχε σε δεκάδες μάχες σε όλη την ανατολική Κρήτη προλαβαίνοντας να ρίξει άλλη μια ντουφεκιά στην επανάσταση του 1878 (παρά το γεγονός ότι είχε ήδη υπερβεί το 80ό έτος της ηλικίας του)…
Μιχάλης Κουρµούλης (1765-1824)

Ο μουσουλμάνος αξιωματικός του τουρκικού στρατού Χουσεΐν Μπέης στην προεπαναστατική κρητική περίοδο μετατράπηκε σε παθιασμένο οπλαρχηγό του 1821 εξυπηρετώντας ως κρυπτοχριστιανός τα συμφέροντα των Ελλήνων. Ο Κουρμούλης πρωτοστάτησε στον ξεσηκωμό της Κρήτης και το 1823, ως υπαρχηγός του ελληνικού στρατού, αντιστάθηκε στις επιδρομές του Χουσεΐν Πασά. Μετά την υποταγή της Κρήτης, ακολούθησε τον Τοµπάζη στην Ύδρα.

Ο μεσσαρίτης αγάς Χουσεΐν Κουρμούλης, μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες των επαναστατικών χρόνων που σέβονταν μουσουλμάνοι και χριστιανοί, μετατράπηκε από άρχοντας των κατακτητών σε έναν από τους πρώτους κρήτες Φιλικούς και σημαντικό οπλαρχηγό στη συνέχεια, πολεμώντας ασίγαστα μέχρι το 1824, όταν έπεσε κυνηγημένος από τους Τούρκους. Τον αγώνα που κήρυξε συνέχισαν τα μέλη της ευρύτερης οικογένειας Κουρμούλη…

Βασίλειος Μαυροβουνιώτης
Ο μαυροβούνιος οπλαρχηγός του 1821, Βάσος Μαυροβουνιώτης, και στρατιωτικός κατόπιν της οθωνικής περιόδου καθιερώθηκε ως ηγετικό στέλεχος του αγώνα στην Εύβοια, υψώνοντας τον Αύγουστο του 1821 το επαναστατικό λάβαρο στην Κάρυστο και πολεμώντας σε όλες τις μεγάλες μάχες (Στύρα, Βρυσάκια, Πολιτικά, Βάθεια). Ο χίλιαρχος του Καραϊσκάκη στην Αττική ανέλαβε ως στρατηγός τη φύλαξη της Ύδρας το 1824 και το 1825 πήρε μέρος στον πόλεμο κατά του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο.

Ο Έλληνας από την Ιλλυρία συμμετείχε το 1826 στην αποτυχημένη Εκστρατεία της Βηρυτού, φορώντας ως το τέλος της ζωής του τη φορεσιά των οπλαρχηγών. Ο Μαυροβουνιώτης νίκησε τους Τούρκους στη Φοντάνα, στο Θριάσιο Πεδίο και στο Μαρτίνο το 1829. Συνολικά έλαβε μέρος σε περισσότερες από 36 μάχες, όπου διακρίθηκε για τη γενναιότητα και τη στρατιωτική του διάνοια…

Μητροπέτροβας

Ο κλεφτοκαπετάνιος και αγωνιστής Μήτρος Πέτροβας, γνωστότερος ως Μητροπέτροβας, ήταν μεσσήνιος οπλαρχηγός και ένας από τους ηγέτες των αντικυβερνητικών εξεγέρσεων αργότερα κατά τη διάρκεια της βαυαρικής αντιβασιλείας. Ως οπλαρχηγός ανέπτυξε από νωρίς αντιοθωμανική δραστηριότητα πολεμώντας ήδη από τα Ορλοφικά (1770) και προετοιμάζοντας κατόπιν την επανάσταση στη Μεσσηνία, τασσόμενος στο πλευρό του Κολοκοτρώνη (του οποίου ήταν κηδεμόνας ο Μητροπέτροβας, που ανέλαβε τον νεαρό Θεόδωρο μετά τον θάνατο του πατέρα του Κωνσταντίνου). Συμμετείχε στη Μάχη του Βαλτετσίου, στις επιχειρήσεις της Αρκαδίας, την άλωση της Τριπολιτσάς και πήρε μέρος στην αναχαίτιση του Δράμαλη, αναδεικνυόμενος για την προσφορά του στον αγώνα σε χίλιαρχο το 1823.

Τον Μάιο του 1825 πήρε μέρος ως στρατηγός στις επιχειρήσεις εναντίον του Ιμπραήμ, αν και αργότερα καταδικάστηκε σε θάνατο για την εξέγερση κατά της βαυαρικής αντιβασιλείας, ποινή που δεν εκτελέστηκε ωστόσο λόγω της συνεισφοράς του στην ελληνική επανάσταση. Ο Μητροπέτροβας ήταν όχι μόνο ένας από τους γενναιότερους οπλαρχηγούς, αλλά και ο πιο συνετός στρατηγός του αγώνα, αφοσιωμένος μέχρι θανάτου στον μαθητή του Κολοκοτρώνη.

Γεωργάκης Ολύµπιος
Ο οπλαρχηγός και Φιλικός (ένας από τους «Δώδεκα Αποστόλους» της) ήταν ένας από τους πιο άξιους και στενούς συνεργάτες του Αλέξανδρου Υψηλάντη κατά τον Αγώνα στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Ο καπετάνιος του αρµατολικίου του Ολύµπου που διακρίθηκε στον ρωσοτουρκικό πόλεμο τέθηκε επικεφαλής της έναρξης του αγώνα στο Βουκουρέστι, διαδραματίζοντας πρωταγωνιστικό ρόλο στην οργάνωση και τη διεξαγωγή των πρώτων επιχειρήσεων.

Ο Ολύμπιος, συνεχίζοντας τον πόλεμο κατά της Υψηλής Πύλης, κατέφυγε µε τον Ιωάννη Φαρµάκη στη Μονή του Σέκου, όπου και εγκλωβίστηκαν. Αποκομμένος και µε λιγοστούς συντρόφους στο πλευρό του, πυροβόλησε ένα βαρέλι γεμάτο µε πυρίτιδα και ανατινάχθηκε μαζί µε τον εχθρό για να μην πέσει σε τουρκικά χέρια…

Αντώνης Οικονόµου

Ο Φιλικός και πρωτεργάτης της επαναστατικής δράσης στην Ύδρα ήταν ένας έμπορος που δρούσε στην Πόλη, όταν παράτησε τα πάντα για να κηρύξει τον αγώνα στο νησί του. Υψώνοντας το λάβαρο της επανάστασης τη νύχτα της 27ης Μαρτίου 1821, αιφνιδίασε τους αριστοκράτες, τους καραβοκύρηδες και τους προκρίτους του νησιού, καταλαμβάνοντας την καγκελαρία και αναλαμβάνοντας έτσι την πολιτική και στρατιωτική διοίκηση της Ύδρας.

Οι προεστοί, που ξαφνιάστηκαν από την εξέλιξη αυτή, αναγκάστηκαν να αναγνωρίσουν τη εξουσία του και κάτω από τη λαϊκή πίεση να συνδράμουν χρηματικά στον εξοπλισμό του στόλου. Κι αυτό είναι που πιστώνεται στον υδραίο πλοίαρχο και πρωτεργάτη της λαϊκής εξέγερσης στο νησί: η κάμψη των αντιρρήσεων των προκρίτων και η αναγκαστική συμμετοχή όλου του νησιού στην Επανάσταση του 1821!

Η προσπάθεια του Οικονόµου να αποκηρύξει την πειρατεία και να επιβάλει τους διεθνείς κανόνες δικαίου για ισόποση διανομή της λείας από τη σύλληψη των εχθρικών πλοίων προκάλεσε όμως τέτοιες αντιδράσεις που τα πληρώματα τον εγκατέλειψαν και τρεις πλοίαρχοι όρμησαν εναντίον του. Δολοφονήθηκε τελικά στις 16 Δεκεμβρίου 1821 από στρατιωτική δύναμη που στάλθηκε να τον συλλάβει, αν και η παρακαταθήκη του στον αγώνα είχε ήδη εξασφαλιστεί: παρά τον ενάµιση μήνα που διάρκεσε η εξουσία του, η προσφορά του στην επανάσταση ήταν σημαντική, καθώς όπως παρατηρεί ο Τρικούπης: «µε την τόλμη του ανυψώθηκε υπεράνω της παντοδύναμης αριστοκρατίας και οδήγησε το λαό στον αγώνα της ελευθερίας και της δόξας».

Πανουργιάς Πανουργιάς
Ο αρματολός από τα 16 του χρόνια Δημήτριος Ξηρός (Πανουργιάς) πολέμησε στα Ορλοφικά, μυήθηκε νωρίς νωρίς στη Φιλική Εταιρεία και κάτω από τις εντολές της πολέμησε µε τον Ανδρούτσο, τον ∆ιάκο και τον ∆υοβουνιώτη στην Άμφισσα, τη Γραβιά, τα Βασιλικά κ.λπ. Γενναίος, ακούραστος και αγνός πατριώτης, έπαιξε πάντα ρόλο ενωτικό στην έξαρση των παθών. Ο ξακουστός οπλαρχηγός της Άμφισσας (Σάλωνα) ηγήθηκε των οπλαρχηγών σε πολλές μάχες και αποθεώθηκε στην Αλαμάνα και το Χάνι της Γραβιάς.

Από τον αγώνα ο παθιασμένος αυτός αγωνιστής αποσύρθηκε μόνο λόγω γήρατος, αν και φρόντισε να αφήσει τον γιο του διάδοχο στην αρχηγία του σώματός του. Μετά το τέλος της επανάστασης, ο άδολος Πανουργιάς αποσύρθηκε στην Άμφισσα, όπου και πέθανε ως ένας από τους πρώτους και πλέον αξιοσέβαστους ήρωες του αγώνα…
Γιαννάκης Ράγκος (1790-1870 )

Ως ένας από τους κυριότερους οπλαρχηγούς της Δυτικής Στερεάς, ο Ιωάννης Ράγκος ξεκίνησε τη δράση του ως αρματολός, πρωτοστατώντας στις πρώτες φάσεις της επανάστασης (1821-1825) σε σωρεία µαχών στην Αιτωλοακαρνανία και την Ήπειρο, αλλά και στην Πελοπόννησο εναντίον του Ιμπραήμ. Την επαναστατική του δράση την ξεκίνησε μάλιστα με ένα τέχνασμα: όταν ο Αλή Πασάς εξόργισε τον σουλτάνο το 1820, ο Φιλικός Ράγκος ξεκίνησε εκστρατεία προσποιούμενος ότι προστρέχει σε ενίσχυση του πολιορκημένου Αλή!

Γι’ αυτό και όταν ξέσπασε η επανάσταση το σώμα του Ράγκου ήταν ένα από τα πιο ετοιμοπόλεμα. Ο ίδιος διέθετε μάλιστα την ικανότητα να αποφεύγει και τις ελληνικές περιπέτειες, αλλάζοντας συνεχώς στρατόπεδα και επιδεικνύοντας μια απίστευτη προσαρμοστικότητα προσεταιριζόμενος τον ισχυρότερο κάθε φορά πολιτικό. Το 1822 θα τον βρει γενικό αρχηγό στην εκστρατεία της Θεσσαλίας και συμπολεμιστή του Καραϊσκάκη, ενώ την επόμενη χρονιά ως στρατηγός θα αναλάβει την καταδίωξη του αποστάτη πια Καραϊσκάκη για λογαριασμό της κυβέρνησης!

Παρά το γεγονός ότι ενήργησε συχνά με γνώμονα τα προσωπικά του συμφέροντα, η προσφορά του στον αγώνα ήταν αναντίρρητη (όπως, για παράδειγμα, ότι έσωσε το Μεσολόγγι το 1824 από τον Ομέρ Πασά), γι’ αυτό και του παραχωρήθηκε το πασαλίκι των Αγράφων…

Νικόλαος Στορνάρης ή Στουρνάρης

Ο αρματολός, Φιλικός και οπλαρχηγός της Αιτωλοακαρνανίας, μέλος μιας από τις πιο ισχυρές αρµατολικές οικογένειες της ∆υτικής Στερεάς, κήρυξε τον Ιούλιο του 1821 την επανάσταση στην Πόρτα, την Πρέβεντα και την Καλαµπάκα ως επικεφαλής των τοπικών οπλαρχηγών. Σύντομα θα έχει στα χέρια του τον έλεγχο όλης της περιοχής και μετά θα πάει στο Μεσολόγγι (1823) παίρνοντας μέρος στη συνέλευση των οπλαρχηγών της Δυτικής Στερεάς.

Ο Στουρνάρης συμμετείχε ενεργά στην επανάσταση του Ασπροποτάμου και πολέμησε με γενναιότητα στη Στερεά και την Πελοπόννησο στο πλευρό του Καραϊσκάκη, κάνοντας το αρματολίκι του στον Ασπροπόταμο θρυλικότατο. Όταν ο Κιουταχής βάδισε κατά του Μεσολογγίου, ο ονομαστός για τον πατριωτισμό και την ανδρεία του Στουρνάρης ανέλαβε την αρχηγία της υπεράσπισης του. Ως αρχηγός του φρουράς της πόλης, παρέμεινε στο Μεσολόγγι καθ’ όλη τη διάρκεια της δεύτερης πολιορκίας του και έπεσε ηρωικά κατά τη μεγάλη έξοδο.

Ασημάκης Φωτήλας
Ο πρόκριτος των Καλαβρύτων, Φιλικός και ένας από τους πλέον εξέχοντες πελοποννήσιους αρχηγούς της Ελληνικής Επανάστασης υποστήριξε ενεργά το ξέσπασμα της εξέγερσης από την πρώτη κιόλας στιγμή, τονίζοντας στην Αγία Λαύρα τον Μάρτιο του 1821 σε κλήρο και αριστοκρατία τους κινδύνους από οποιαδήποτε αναβολή του αγώνα. Κι έτσι πήρε μέρος στην πρώτη σοβαρή πολεμική επιχείρηση του αγώνα στα Καλάβρυτα, ως ένας από τους πρώτους οπλαρχηγούς, γενικεύοντας τη φλόγα του εθνικοαπελευθερωτικού μας αγώνα.

Ο πληρεξούσιος της Α’ Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου και αντιπρόεδρος της Πελοποννησιακής Γερουσίας ήταν ένας φωτισμένος και μετριοπαθής πολιτικός που έλαμψε και στον εμφύλιο, όπου και παραιτήθηκε από τα καθήκοντά του καθώς αρνήθηκε να προβεί σε διώξεις αντικυβερνητικών. Παρά την πικρία του και την οριστική απόσυρσή του από το πολιτικό σκηνικό (1825), δεν έπαψε ποτέ να ενισχύει ηθικά και υλικά την επανάσταση, γι’ αυτό και εκλεγόταν συνεχώς πληρεξούσιος στις Εθνοσυνελεύσεις…

Μιχάλης Κουρµούλης
Ο μουσουλμάνος αξιωματικός του τουρκικού στρατού Χουσεΐν Μπέης στην προεπαναστατική κρητική περίοδο μετατράπηκε σε παθιασμένο οπλαρχηγό του 1821 εξυπηρετώντας ως κρυπτοχριστιανός τα συμφέροντα των Ελλήνων. Ο Κουρμούλης πρωτοστάτησε στον ξεσηκωμό της Κρήτης και το 1823, ως υπαρχηγός του ελληνικού στρατού, αντιστάθηκε στις επιδρομές του Χουσεΐν Πασά. Μετά την υποταγή της Κρήτης, ακολούθησε τον Τοµπάζη στην Ύδρα.

Ο μεσσαρίτης αγάς Χουσεΐν Κουρμούλης, μια από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες των επαναστατικών χρόνων που σέβονταν μουσουλμάνοι και χριστιανοί, μετατράπηκε από άρχοντας των κατακτητών σε έναν από τους πρώτους κρήτες Φιλικούς και σημαντικό οπλαρχηγό στη συνέχεια, πολεμώντας ασίγαστα μέχρι το 1824, όταν έπεσε κυνηγημένος από τους Τούρκους. Τον αγώνα που κήρυξε συνέχισαν τα μέλη της ευρύτερης οικογένειας Κουρμούλη…

Γιαννάκης Ράγκος

Ως ένας από τους κυριότερους οπλαρχηγούς της Δυτικής Στερεάς, ο Ιωάννης Ράγκος ξεκίνησε τη δράση του ως αρματολός, πρωτοστατώντας στις πρώτες φάσεις της επανάστασης (1821-1825) σε σωρεία µαχών στην Αιτωλοακαρνανία και την Ήπειρο, αλλά και στην Πελοπόννησο εναντίον του Ιμπραήμ. Την επαναστατική του δράση την ξεκίνησε μάλιστα με ένα τέχνασμα: όταν ο Αλή Πασάς εξόργισε τον σουλτάνο το 1820, ο Φιλικός Ράγκος ξεκίνησε εκστρατεία προσποιούμενος ότι προστρέχει σε ενίσχυση του πολιορκημένου Αλή!

Γι’ αυτό και όταν ξέσπασε η επανάσταση το σώμα του Ράγκου ήταν ένα από τα πιο ετοιμοπόλεμα. Ο ίδιος διέθετε μάλιστα την ικανότητα να αποφεύγει και τις ελληνικές περιπέτειες, αλλάζοντας συνεχώς στρατόπεδα και επιδεικνύοντας μια απίστευτη προσαρμοστικότητα προσεταιριζόμενος τον ισχυρότερο κάθε φορά πολιτικό. Το 1822 θα τον βρει γενικό αρχηγό στην εκστρατεία της Θεσσαλίας και συμπολεμιστή του Καραϊσκάκη, ενώ την επόμενη χρονιά ως στρατηγός θα αναλάβει την καταδίωξη του αποστάτη πια Καραϊσκάκη για λογαριασμό της κυβέρνησης!

Παρά το γεγονός ότι ενήργησε συχνά με γνώμονα τα προσωπικά του συμφέροντα, η προσφορά του στον αγώνα ήταν αναντίρρητη (όπως, για παράδειγμα, ότι έσωσε το Μεσολόγγι το 1824 από τον Ομέρ Πασά), γι’ αυτό και του παραχωρήθηκε το πασαλίκι των Αγράφων…

Χριστόδουλος Χατζηπέτρου ή Χατζηπέτρος

Ο τρικαλινός Φιλικός και οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης, και κατόπιν στρατιωτικός της οθωνικής περιόδου, πρωτοστάτησε το 1821 στην εξέγερση στην Καλαµπάκα και τον Ασπροπόταµο. Κατόπιν έδρασε στη Θεσσαλία και τη Στερεά και το 1825 προσέφερε τις υπηρεσίες του στο Μεσολόγγι ως την ηρωική έξοδο. Η ακούραστη δράση του θα τον φέρει κατόπιν στην κεντρική Στερεά και την Αττική.

Η δράση του δεν θα σταματούσε όμως εδώ, καθώς κατά την εξέγερση των αλυτρώτων το 1854 τέθηκε για άλλη μια φορά επικεφαλής των επαναστατών της Θεσσαλίας. Ο Χατζηπέτρος υπήρξε μια ιδιαίτερη περίπτωση οπλαρχηγού καθώς δεν προήλθε από τις τάξεις των κλεφτών, αλλά από μια εύπορη οικογένεια προκρίτων εκτός Πελοποννήσου και Στερεάς Ελλάδας. Διακρίθηκε ιδιαίτερα για τη γενναιότητα και τη νομιμότητα που επέδειξε και ποτέ δεν πήρε μέρος σε εξεγέρσεις και στάσεις. Απολάμβανε μεγάλου κύρους και αναγνώρισης από όλες τις πολιτικές παρατάξεις και φατρίες για την ακεραιότητα και την αφιλοκερδία του, ενώ είχε κερδίσει και τον σεβασμό όλων των σημαντικών οπλαρχηγών της εποχής του, που κατά κανόνα υποτιμούσαν τους προκρίτους για τις πολεμικές τους επιδόσεις.

Όσο για το σώμα των στρατιωτών που διοικούσε, το συντηρούσε αποκλειστικά με δικές του οικονομικές θυσίες, που ανήλθαν σε περισσότερο από 1 εκατομμύριο γρόσια, ποσό αστρονομικό για την εποχή. Μαθητής του Καραΐσκάκη, ο Χριστόδουλος Χατζηπέτρος ανήκει αυτοδικαίως στο πάνθεο των ηρώων της Επανάστασης του 1821…

Αντιστράτηγος Χατζηγιάννης Μερτζέλλος

Ο Χατζηγιάννης Μερτζέλλος ή Σοφικίτης ήταν σεμνός, τίμιος, ανιδιοτελής, φλογερός αγωνιστής και γνήσιος πατριώτης τα κατορθώματα και οι πράξεις του οποίου αν και δεν μνημονεύονται αναδεικνύουν τη γενναιότητα και τη προσωπικότητα του. Αφιέρωσε τη ζωή του και θυσίασε τη περιουσία του υπηρετώντας ολόψυχα το Έθνος και την πατρίδα του. Ανήκει στα χωρία εκείνων των αγνώστων από την επίσημη ιστοριογραφία της ελληνικής Επανάστασης Αγωνιστών οι οποίοι προσέφεραν ότι πολυτιμότερο είχαν και παρέμειναν λησμονημένοι, έχοντας ως μοναδική ανταμοιβή την ηθική ικανοποίηση πως με τις θυσίες τους η πατρίδα τους ελευθερώθηκε.

Ο Χατζηγιάννης Μερτζέλλος ή Σοφικίτης * γεννήθηκε περίπου το 1791 στο Σοφικό Κορινθίας και καταγόταν από αγροτική οικογένεια.

Νωρίς εγκατέλειψε τη πατρίδα του και μετανάστευσε στη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, ελπίζοντας να βρει ένα καλύτερο μέλλον.

Εκεί κάλεσε και τον αδελφό του, Αθανάσιο Μερτζέλλο, τον όποιο και προσέλαβε στις επιχειρήσεις του. Το 1810 νυμφεύτηκε τη συμπατριώτισσα του Αικατερίνη με την οποία απέκτησε 4 αγόρια και μια θυγατέρα.

Παραμονές της Επαναστάσεως μυήθηκε στη Φιλική εταιρεία, συναισθανόμενος τη σπουδαιότητα της στιγμής για το ξεσηκωμό του Έθνους που πλησίαζε. Με δικά του χρήματα έστειλε τον αδελφό του Αθανάσιο στην Κορινθία για να προετοιμάσει το έδαφος για την Επανάσταση και τους συγχωριανούς του Σοφικίτες για το Μεγάλο Αγώνα**.

Πράγματι μόλις έφτασε η ώρα άφησε πίσω του γυναίκα και παιδιά και έσπευσε στην ιδιαίτερη πατρίδα του το Σοφικό και ανέλαβε την αρχηγία των όπλων ολόκληρης της περιοχής, όπως ο ίδιος περιγράφει χαρακτηριστικά σε επιστολή του τη 1 Μαΐου.

(Η φωτογραφία της επιστολής είναι από το Αρχείο των Αγωνιστών του 1821 από το φάκελο του αγωνιστή Χατζηγιάννη Μερτζέλλου ή Σοφικίτη που βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αρχείο Ιστορικών Εγγράφων ΙΕΕΕ, Αριθμός έγγραφου 12).

«…άμα ήχησεν η γλυκεία φωνή εις τας ακουάς μου ότι το έθνος μου επαναστάτησε κατά του βαρβαρικού ζυγού παράτησα εις την Μαγνησία της μικράς Ασίας όλη την καταστασίν μου συνισταμένην εις σημανικότατην ποσότητα, και ήλθα είς την πατρίδαν μου , συμπαραλαβών τους πατριώτας μου και επί κεγαλής αυτών ώρμησα εις τα όπλα και μετά μεγίστης προθυμίας παρευρισκόμην με τους υπό την οδηγίαν μου όπου πόλεμος και όπως ή χρεία της πατρίδας μου το απαιτούσεν. Διατελών πολλάκις υπ’ ανωτέρων οπλαρχηγών, πλην πάντοτε δεν έλειψα από το να μην έχω υπό την οδηγία μου 500 και άλλοτε 1000 στρατιώτας, τους οποίους μην ευπορούν τότε το ταμείον ως γνωστόν τοίς πάσι, εξοικονομούσα έξ ίδιων μου και με μισθούς και με αλλά αναγκαία ως φαίνονται εις την σημειωσίν μου. ένεκα τούτου εδαπάνησα και την αναποληφθείσαν καταστασίν μου, χωρίς να θελήσω ποτέ να αισχροκερδήσω, ή να νομίσω ποτέ ότι χρεωστώ έν ταυτώ να προβλέψω και δια την μέλλουσαν εξοικονόμησιν της φαμελίας μου, διότι είχα σταθερίν πεποίθησιν ότι ελευθερωθείσης της πατρίδος έκ της τυραννίας, οι υπέρ αυτής παθόντες μένουν υπό την κηδεμονίαν της…»

Η προσφορά του στην Επανάσταση ήταν σημαντική. Ο Χατζηγιάννης δεν θυσίασε μόνο την οικογενειακή του γαλήνη, θυσίασε και τη περιουσία που με μόχθο είχε αποκτήσει στον αγώνα για την ελευθερία της πατρίδας του χωρίς ποτέ του να ζητήσει τίποτα.

Ως οπλαρχηγός ο ίδιος εξόπλισε και προετοίμασε δικό του στρατιωτικό σώμα περίπου 600 ανδρών και μαζί με τον επίσκοπο Δαμάλων Ιωνά, τον Παπανίκα με ορεινούς Κορίνθιους, τον Σιναιίτη και Διδασκαλόπουλο με τους Περαχωρίτες, τον Πανούση με Μεγαρείς και άλλους Κορίνθιους κήρυξε την Επανάσταση στη Κορινθία στις 31 Μαρτίου 1821*** και την επομένη 1η Απρίλιου 1821 άρχισαν τη πολιορκία της Ακροκόρινθου η οποία κράτησε έως τις 14 Ιανουαρίου 1822****.

Ο Χατζηγιάννης με διαταγή του Νικηταρά πολέμησε επίσης τα στρατεύματα του Δράμαλη το καλοκαίρι του 1822 στο Μετόχι της Φανερωμένης στο Αγιονόρι όπου έδειξε αυταπάρνηση και γενναιότητα. Επίσης έλαβε μέρος ως επικεφαλής 250 στρατιωτών στις μάχες της Στυλίδας της Αγίας Μαρίνας και της Νέας Πάτρας .

Η προσφορά του στον Αγώνα ήταν πολύτιμη γι’ αυτό και είχε κερδίσει το σεβασμό και τη φιλία όλων. Διοικούσε ανεξάρτητο σώμα από στρατιώτες και συχνά λάμβανε διαταγές από τον ίδιο τον Κολοκοτρώνη. Χαρακτηριστική είναι η επιστολή του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη την οποία και παραθέτω:

(Η φωτογραφία της επιστολής είναι από το Αρχείο των Αγωνιστών του 1821 από το φάκελο του αγωνιστή Χατζηγιάννη Μερτζέλλου ή Σοφικίτη που βρίσκεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, Αρχείο Ιστορικών Εγγράφων ΙΕΕΕ, Αριθμός έγγραφου 19944).

«ηγαπημένε μου Χ»: Γιάννη.

έλαβον το γράμμα σου και ίδον να με γράφεις δια να σου στείλω τζεπχανέ, εγώ δεν έλειψα να στείλω από προχθές και ελπίζω τώρα να έχετε. λοιπόν μη λείψεις εις το να πάγης και ο ίδιος εις τα μαγαζιά δια να εκπλήρωσης την υπόθεσιν μια ώρα αρχήτερα. υγιαίνε.

ό αρχιστράτηγος

Θ.κολοκοτρώνης».

Αναγνωρίζοντας τη γενναιότητα και τη μετριοπάθεια του στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου η κυβέρνηση τον ορίζει χιλίαρχο και αργότερα στα 1825 οι Κορίνθιοι πρόκριτοι τον προτείνουν για αντιστράτηγο. Πράγματι στις 26 Μαρτίου 1825 η κυβέρνηση Κουντουριώτη τον προήγαγε στο βαθμό της Αντιστρατηγίας*****.

Έλαβε μέρος σε αναρίθμητες μάχες πιστός στον αγώνα για την ελευθερία της πατρίδος μέχρι την εδραίωση του Αγώνα και τη σύσταση του Ελληνικού κράτους. Ο ίδιος βλέποντας τους αγώνες του να δικαιώνονται αποσύρθηκε στην ιδιαίτερη πατρίδα του το Σοφικό πάμφτωχος μαζί με την οικογένεια του με την ελπίδα ότι η πατρίδα θα τον ανταμείψει. Μάταια όμως, γιατί το κράτος δεν είχε τη δυνατότητα να τον αποκαταστήσει. Τα υπόλοιπα χρόνια τη ζωής του τα πέρασε στα Εξαμίλια Κορινθίας καλλιεργώντας τα κτήματα του και πέθανε γύρω στα 1860.

Ο Χατζηγιάννης Μερτζέλλος ή Σοφικίτης ήταν σεμνός, τίμιος, ανιδιοτελής, φλογερός αγωνιστής και γνήσιος πατριώτης τα κατορθώματα και οι πράξεις του οποίου αν και δεν μνημονεύονται αναδεικνύουν τη γενναιότητα και τη προσωπικότητα του. Αφιέρωσε τη ζωή του και θυσίασε τη περιουσία του υπηρετώντας ολόψυχα το Έθνος και την πατρίδα του. Ανήκει στα χωρία εκείνων των αγνώστων από την επίσημη ιστοριογραφία της ελληνικής Επανάστασης Αγωνιστών οι οποίοι προσέφεραν ότι πολυτιμότερο είχαν και παρέμειναν λησμονημένοι, έχοντας ως μοναδική ανταμοιβή την ηθική ικανοποίηση πως με τις θυσίες τους η πατρίδα τους ελευθερώθηκε.

Παραπομπές

*Στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στο Αρχείο των Αγωνιστών της Επανάστασης του 1821 (Αρχείο Ιστορικών Εγγράφων ΙΕΕΕ) υπάρχει φάκελος με 42 περίπου επιστολές του αγνώστου για το ευρύ κοινό αλλά σημαντικής προσωπικότητας και ηρώα της περιόδου εκείνης Αντιστράτηγου Χατζηγιάννη Μερτζέλλου ή Σοφικίτη, προσφορά του δισεγγόνου του Νικολάου Θεόδωρου προς το Ελληνικό κράτος. Θεώρησα χρέος μου λοιπόν αυτά τα ανεκτίμητα ντοκουμέντα που μαρτυρούν τη προσφορά και το έργο του για την πατρίδα να τα μελετήσω και να τα αναδείξω. Οι συγκυρίες της εποχής, οι αντιπαλότητες εκείνης της περιόδου, τα πενιχρά μέσα ή οι δυσκολίες στην διεξαγωγή της ιστορικής έρευνας να μην αποτύπωσαν τη πραγματική διάσταση της ανιδιοτελούς προσφοράς του στον αγώνα για την απελευθέρωση του Έθνους, όχι μόνο στην Κορινθία αλλά σ’ ολόκληρη την τότε επαναστατημένη Ελλάδα.

**Κουτίβας Σταύρος 1968.Ο Αντιστράτηγος Χατζηγιάννης Μερτζέλλος ή Σοφικίτης. Οι στρατιωτικές και οι οικονομικές του υπηρεσίες στο αγωνιζόμενον έθνος το 1821.

***Αποστολίδης Λάμπης 197. Παπανίκας ο Κορίνθιος Κληρικός Πολέμαρχος του 1821.

****Κουτίβας Σταύρος 1968. Οι Νοταράδες στην υπηρεσία του Έθνους και της Εκκλησίας.

*****Κουτίβας Σταύρος 1968.Ο Αντιστράτηγος Χατζηγιάννης Μερτζέλλος ή Σοφικίτης. Οι στρατιωτικές και οι οικονομικές του υπηρεσίες στο αγωνιζόμενον έθνος το 1821.

Κυριάκος Μπασδέκης .

Ο Κυριάκος Μπασδέκης έχοντας σπάνια ηγετικά προσόντα και μεγάλη ανδρεία είναι από τους πρώτους που μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Άνθιμο Γαζή.

Το 1817 ο Γαζής επιστρέφει στις Μηλιές ως απεσταλμένος της Αρχής για να προετοιμάσει την Επανάσταση. Στις 10 Απριλίου 1821 οι Φιλικοί του Πηλίου μαζεύτηκαν στις Μηλιές στο σπίτι του Γιάννη Δήμου.

Εκεί αποφάσισαν την έναρξη της Επανάστασης και ορίστηκε Στρατιωτικός Αρχηγός ο Κυριάκος Μπασδέκης.

Μέρες αργότερα οι Ζαγοριανοί υπό την αρχηγία του οπλαρχηγού τους συγκεντρώθηκαν – στις 5 Μαΐου του 1821 – στου Μπασδέκη το καλύβι (σημερινό «Χάνι του Ζήση») και με την συμμετοχή του Φιλίππου Ιωάννου κατέβηκαν νοτιότερα και αφού συνδέθηκαν με τους πολεμιστές των άλλων χωριών, περίμεναν το σύνθημα του Άνθιμου Γαζή.

Επτά υδραίικα και σπετσιώτικα πλοία, με επικεφαλής τον πλοίαρχο Αναστάσιο Τσαμαδό, μπήκαν στον Παγασητικό, έπιασαν στα Λεχώνια, (Πλατανίδια) ξεφόρτωσαν όπλα και και μπάλες για τα κανόνια κι έκαναν τους Τούρκους να κρυφτούν στο κάστρο του Βόλου.

Εκεί είχαν μεταφέρει από τα τέλη Μαρτίου μεγάλες ποσότητες τροφίμων και πυρομαχικών καθώς και καθετί πολύτιμο.

Στις 10 Μαΐου μαζί με το «Χριστός Ανέστη»! σε όλες τις εκκλησίες του Πηλίου ακούστηκε και το «Η Ελλάς Ανέστη»!.

Η Επανάσταση ξεκίνησε και διαβάστηκε η πρώτη προκήρυξη της Αρχής .

Ο Κυριάκος σήκωσε την σημαία που είχε κεντήσει η αδελφή του Γιάννη Δήμου Ασημώ.

Πολιόρκησαν το φρούριο του Βόλου (Γόλος ή Βώλος ονομαζόταν κατά την Τουρκοκρατία).

Στην παραλία των Κάτω Λεχωνιων περίμεναν τα υδραίικα καράβια.

Στην μάχη που ακολούθησε πληγώθηκε βαρύτατα ο Κυριάκος Μπασδέκης, ο οποίος μεταφέρθηκε στο Τρίκερι.

Ο Πασάς της Λάρισας Μαχμούτ Δράμαλης στέλνει στρατό και πνίγει την Επανάσταση. Επειδή δεν βρίσκει αντίσταση στα χωριά χαλάει μόνο τα σπίτια των Φιλικών.

Το 1823 οι Τούρκοι επιτίθενται κατά των Επαναστατών που έχουν δημιουργήσει νέες εστίες στην περιοχή Αργαλαστής – Τρικερίου.

Κατά την μάχη που έγινε εκεί στις 8 Μαΐου 1823 σκοτώνεται ο Κυριάκος Μπασδέκης και καταστρέφονται τα χωριά Αργαλαστή, Προμύρι και Λαύκο.

«Πέρδικα λάλαε κι έλεγε στις άλλες περδικούλες

-Τους Τούρκους εβαρέσανε στου Γόλου τα καλύβια.

Σκούζουνε οι χανούμισσες, μοιριολογούν και λένε:

-Τι ’ν του κακό που γίνηκε, Αλλάχ, προυχτές του βράδυ

στης Μακρινίτσας τα βουνά, στου Αϊ- Λια τη ράχη,

που ήταν ούλοι οι αρχηγοί, ο Χρόνης, ο Μπασδέκης,

ο γέρος ο Φιλάρετος, μαζί κι ου Κουτζαμάνης.

Μα κει που πολεμούσανε, μια τούρκική φρεγάτα

ιμτάτι στέλνει γρήγορα στους Τούρκους να γλιτώσει

ρίχνει αράδα κανουνιές στου Πισκοπχιού τα μέρη,

χωρίς μπαρούτι αληθινό, χωρίς να ’χουν γκιουλέδες.

Κι οι χότζηδες ανέβηκαν τότε στους μιναρέδες

Και το Γριτζάνο κράζουνε, ρεήμια να του δώσουν

Να σταματήσει τουν πόλεμο, να πάψει του κριλέσι.

-Δεν παύω, λέει τουν πόλεμο, δεν παύω το ντουφέκι,

θέλου ρεήμια τούρκισσες, ρουμιές για να τις κάμω,

θέλου να πιάσω τουν πασιά, σκλάβο να το νε πάρω.»

Δημοτικό τραγούδι για τη μάχη της Μακρινίτσας.


Χατζηγιώργης Μεταξάς

Ψυχή της επανάστασης στη Θάσο στάθηκε ο προεστός Χατζηγιώργης Μεταξάς. Όπως τονίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο καθηγητής και ιστορικός Κωνσταντίνος Χιώνης, «ο Χατζηγιώργης, ξεσήκωσε τους συμπατριώτες του σε μια περιοχή που δεν υπήρξε καμία άλλη ένοπλη δράση, λόγω της παρουσίας μεγάλων τμημάτων τουρκικού στρατού. Η επανάσταση στη Θάσο εκδηλώθηκε στα τέλη Ιουνίου του 1821. Το αποβατικό άγημα του καπετάν Κανέλου, με το ντόπιο σώμα του Χατζηγιώργη χτύπησαν τους Τούρκους στον Ποτό. Όσοι Τούρκοι γλίτωσαν, κατέφυγαν στο Καζαβήτι, όπου ενώθηκαν με τους υπόλοιπους Τούρκους των άλλων χωριών. Όλοι μαζί πέρασαν τότε στην Καβάλα. Οι Θάσιοι δεν προέβησαν σε σφαγές Τούρκων. Τον ίδιο τον αγά τους τον συνέλαβαν και τον πέρασαν στην Καβάλα, αφήνοντάς τον ελεύθερο».

«Ο αρχικός ενθουσιασμός για την εύκολη επικράτηση», συνεχίζει ο κ. Χιόνης, «μετατράπηκε γρήγορα σε αγωνία των κατοίκων, όταν πληροφορήθηκαν για το πλήθος των Τούρκων που είχαν συγκεντρωθεί στην απέναντι ακτή κι ετοιμάζονταν για απόβαση. Οι κάτοικοι του νησιού αντιλήφθηκαν τον κίνδυνο που διέτρεχαν και έστειλαν απεσταλμένους στα Ψαρά για να ζητήσουν βοήθεια. Η επανάσταση στη Θάσο δεν κράτησε για μεγάλο χρονικό διάστημα».

Το επαναστατικό κίνημα του 1821 στη Θάσο πρέπει να θεωρηθεί προσωπικό επίτευγμα του Χατζηγιώργη Μεταξά. «Χωρίς αυτόν», συμπληρώνει ο κ. Χιόνης, «που ήταν η ψυχή του όλου εγχειρήματος, η παρουσία των Ψαριανών δε θα μπορούσε να συμπαρασύρει τους Θασίους στο καταδικασμένο από τα πράγματα κίνημά τους. Κι ανέλαβε την πρωτοβουλία αυτή όχι στη νιότη του, αλλά σε προχωρημένη ηλικία. Μόνος στην ανατολική Μακεδονία, απομονωμένος και απομακρυσμένος απ’ τις υπόλοιπες επαναστατικές εστίες, αποφάσισε τη θυσία από τη συνέχιση του ζυγού της δουλείας. Το σπουδαιότερο είναι ότι όταν ξεθύμανε η επανάσταση, ανέλαβε αυτός όλη την ευθύνη του κινήματος για να μην κακοπάθει κανένας από τους συμπατριώτες του και σαν άλλος ήρωας προτίμησε την εξορία (αρχικά στην Τήνο και τη Σύρο και μετά στην Αίγυπτο) για τη σωτηρία του νησιού».

Ο λόγιος αρχιμανδρίτης Καλλίνικος Σταματιάδης

Γεννήθηκε στο Καζαβήτι της Θάσου γύρω στο 1792, από εύπορους γονείς αγρότες, κι εκεί πέρασε τα παιδικά του χρόνια. «Το ανήσυχο πνεύμα του και η δίψα για μάθηση», όπως επισημαίνει σε ένα σύγγραμμά του ο Θάσιος φιλόλογος, καθηγητής Δημήτρης Θεοδωρίδης, «φαίνεται από το γεγονός ότι σε ηλικία εννέα ετών και μέσα στην Τουρκοκρατία, πηγαίνει στο Άγιο Όρος για να φοιτήσει στην ξακουστή Αθωνιάδα Σχολή. Εκεί, παρέμεινε δώδεκα χρόνια, μέχρι το 1813. Στα χρόνια αυτά απέκτησε σπουδαία μόρφωση, γνώρισε το ένδοξο παρελθόν του σκλαβωμένου γένους και άρχισε να οραματίζεται τη λευτεριά της πατρίδας του».

Την εποχή αυτή, όταν ο απελευθερωτικός αγέρας της Φιλικής Εταιρείας έφθασε και στο Άγιο Όρος, ο Καλλίνικος Σταματιάδης πρόθυμα δέχθηκε να γίνει μέλος της και να εργαστεί για τη διάδοση των σκοπών της, προσφέροντας τις υπηρεσίες του στην προετοιμασία του επαναστατικού αγώνα, τόσο στη Χαλκιδική όσο και στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Θάσο. Στο χρονικό διάστημα από το 1813 μέχρι το 1830, ο Καλλίνικος κινείται μεταξύ Θάσου, Αγίου Όρους και Κασσάνδρας Χαλκιδικής, υπηρετώντας τις ανάγκες του Έθνους.

Η προσφορά του αρχιμανδρίτη στον αγώνα του 1821 και συγκεκριμένα η δράση του, τόσο στη Χαλκιδική όσο και στη Θάσο, εκτιμήθηκε ιδιαίτερα από το ελεύθερο ελληνικό κράτος, αφού ο βασιλιάς Όθωνας τον επιβράβευσε με το παράσημο του Αργυρού Νομισματόσημου.

Ο Καλλίνικος Σταματιάδης υπηρέτησε ως εφημέριος στις Σέρρες, στην Αθήνα, στην Κρήτη, στη Βιέννη και στο Μόναχο, όπου επέδειξε πλούσια και πολύπλευρη πνευματική, κοινωνική και πατριωτική δράση.

Το 1856, ο Όθωνας τού απένειμε τον Αργυρούν Σταυρόν των Ιπποτών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος, για τη μακρόχρονη εκπλήρωση των καθηκόντων του, ως εφημέριου της ελληνικής εκκλησίας του Μονάχου, και για τις αφιλοκερδείς και ακούραστες προσπάθειές του σχετικά με τη θρησκευτική εκπαίδευση των ορθοδόξων ελληνόπαιδων του Μονάχου. Αργότερα, το 1863, τιμήθηκε και από τον Τσάρο της Ρωσίας Αλέξανδρο Β’. Τον Απρίλιο του 1877 ο Καλλίνικος Σταματιάδης πέθανε στο Μόναχο. Η μόνη του περιουσία ήταν πενήντα χρυσά νομίσματα ξένων χωρών, λίγα πολύτιμα σκεύη και τα βιβλία του, που τα χάρισε στους πατριώτες του.

Ο στενός φίλος του Μακρυγιάννη, Ιλαρίωνας Καρατζόγλου

Όπως τονίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Καβαλιώτης ιστορικός και ερευνητής Κυριάκος Λυκουρίνος, «ο ίδιος ο Μακρυγιάννης αναφέρεται στον Καβαλιώτη Ιλαρίωνα Καρατζόγλου που τον γνώρισε στην Ύδρα. Πρέπει να ήταν το 1824, μετά τη φοβερή καταστροφή των Ψαρών, όταν η επαναστατική κυβέρνηση θέλησε να ενισχύσει την άμυνα του νησιού. Έστειλε τότε στην Ύδρα 5000 άνδρες κι ανάμεσά τους το σώμα του Μακρυγιάννη και δυνάμεις του Μακεδόνα αγωνιστή Τσάμη Καρατάσου, με το πρωτοπαλίκαρό του, τον Καβαλιώτη Ιλαρίωνα Καρατζόγλου. Οι δύο άνδρες έγιναν στενοί φίλοι κι αυτή η σχέση κράτησε για πολλά χρόνια».

Από το 1828 που ήρθε στην Ελλάδα ο Καποδίστριας και οργανώθηκαν οι άτακτοι επαναστάτες στα γαλλικά πρότυπα, ο Ιλαρίων έμεινε εκτός στρατεύματος. Απογοητευμένος ο Καβαλιώτης αγωνιστής, σκέφτηκε να ξαναγίνει κλέφτης. Τον συγκράτησε όμως ο Μακρυγιάννης και τον έπεισε να μπει στον αγώνα για την απελευθέρωση των αλύτρωτων ελληνικών χωρών και πρώτα της Μακεδονίας.

«Το όνομα του Ιλαρίωνα επανεμφανίζεται μετά το 1836», επισημαίνει ο κ. Λυκουρίνος και συνεχίζει: «Τότε, με ρωσική υποκίνηση ιδρύεται στην Ελλάδα η Φιλορθόδοξος Εταιρεία και γίνονται κινήσεις για την απελευθέρωση της Θεσσαλίας, Ηπείρου και Μακεδονίας. Όπως φαίνεται, στόχος της ρωσικής πολιτικής ήταν η δημιουργία ξεχωριστού θεσσαλομακεδονικού κράτους με Ρώσο ηγεμόνα. Τα όργανα της Ρωσίας, αφού απέτυχαν να στρατολογήσουν το Μακρυγιάννη, στράφηκαν στον Ιλαρίωνα, με δελεαστικές προσφορές. Όμως ο Μακρυγιάννης ενημέρωσε το φίλο του για τις ρωσικές ραδιουργίες και αυτός αποσύρθηκε.

«Ο Μακεδόνας αγωνιστής αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο και καταφεύγει στην Αίγυπτο, κοντά στον Καβαλιώτη στην καταγωγή Μεχμέτ Αλή. Ζητάει από το συντοπίτη του βοήθεια για να αρχίσει κίνημα στη Μακεδονία, όμως αυτός θέλει να τον χρησιμοποιήσει για δικό του όφελος και τον στέλνει στην Κρήτη για να εδραιώσει την κυριαρχία του. Ο ίδιος ο Μεχμέτ Αλή κατατροπώνει τις δυνάμεις του σουλτάνου κοντά στον Ευφράτη. Πάνω στην παραζάλη του θριάμβου του ξεχνά τον Ιλαρίωνα στην Κρήτη. Απογοητευμένος εκείνος επιστρέφει στην Αθήνα, κοντά στο φίλο του. Αφηγείται στο Μακρυγιάννη τις περιπέτειές του και του δείχνει τις επιστολές του Μεχμέτ Αλή.

«Από την Αθήνα πήρε και πάλι τον δρόμο για τη Μακεδονία, εκεί όμως βρέθηκε στη δίνη των εμφύλιων αντιπαραθέσεων και των πολιτικών αντεκδικήσεων. Κάποιοι φίλοι του Τσάμη Καρατάσου, με τον οποίο ο Ιλαρίων είχε παρεξηγηθεί, τον πρόδωσαν στους Τούρκους και ο Καβαλιώτης αγωνιστής βρέθηκε σε φυλακή της Κωνσταντινούπολης. Αποφυλακίστηκε μετά από ενέργειες του Μακρυγιάννη, αλλά δε χάρηκε την ελευθερία του. Ύστερα από λίγο τον σκότωσαν οι Τούρκοι, παρακινημένοι από ρωσικό δάκτυλο».

Η μύηση στους σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας

Στην περιοχή της Δράμας και γενικότερα σε πόλεις της ανατολικής Μακεδονίας, η είδηση για την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης έρχεται μέσα από την αγγελία της ίδρυσης της Φιλικής Εταιρείας.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο συγγραφέας Βασίλης Πασχαλίδης (εφημερίδα «Πρωινός Τύπος», 16 Οκτωβρίου 2012), «φτάνει στην περιοχή απεσταλμένος της οργάνωσης, ο οποίος κατηχούσε τους Έλληνες κατοίκους στους σκοπούς της Εταιρείας. Πρόκειται για τον γιατρό Ευάγγελο Μεξικό, με καταγωγή από την Ήπειρο, ο οποίος ως απεσταλμένος της Φιλικής Εταιρείας επισκέφτηκε τόσο τη Δράμα όσο και το μοναστήρι της Εικοσιφοίνισσας, που την εποχή εκείνη αποτελούσε το μεγαλύτερο ίσως πνευματικό κέντρο της ανατολικής Μακεδονίας, με τη λεγόμενη «Ελληνική Σχολή” να λειτουργεί σ’ αυτήν. Επιπλέον, οι ηγούμενοι της φημισμένης μονής είχαν στενή επαφή με μεγάλες μορφές του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα στην περιοχή, όπως ο Σερραίος Εμμανουήλ Παπάς».

Από έγγραφες αλλά και προφορικές μαρτυρίες που έχουν διασωθεί τρία είναι τα πρόσωπα των Δραμινών ηρώων που αναφέρονται ότι συμμετείχαν σε δράσεις της Ελληνικής Επανάστασης. Είναι οι: Δήμος Νικολάου, Δημήτριος Δράμαλης και Νικόλαος Δράμαλης.

Δήμος Νικολάου

Γεννήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, στη Δράμα. Συμμετείχε μαζί με άλλους συμπολίτες του και συγγενείς του, στις επαναστατικές ενέργειες της Μακεδονίας. Μετά την αποτυχία των επαναστατών εκεί, μετέβη στη νότια Ελλάδα, όπου συμμετείχε σε πολλές μάχες. Πολέμησε το διάστημα από το 1821 έως το 1829 στη Θήβα, στη Ναύπακτο και αλλού, ως στρατιώτης αρχικά και στη συνέχεια ως βαθμοφόρος. Σε πιστοποιητικό του 1843 που υπογράφουν οπλαρχηγοί του αγώνα βεβαιώνεται η δράση του, η γενναιότητα και ανδρεία που επέδειξε. Μετά τη λήξη της Επανάστασης εγκαταστάθηκε στην ελεύθερη Ελλάδα, όπου αντιμετώπισε δυσκολίες για τη συντήρηση της οικογένειάς του.

Δημήτριος Δράμαλης

Γεννήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, στην περιοχή Δράμας. Συμμετείχε με το σώμα του στις επαναστατικές ενέργειες της Μακεδονίας. Μετά την αποτυχία των επαναστατών εκεί, μετέβη στη νότια Ελλάδα όπου συμμετείχε σε πολλές μάχες.

Το 1823 τέθηκε επικεφαλής σώματος Μακεδόνων πολεμιστών, το οποίο εκστράτευσε στην Κρήτη προκειμένου να καταλάβει το ορμητήριο του κάστρου της Γραμβούσας. Εκεί, ο Δημήτριος Δράμαλης τέθηκε επικεφαλής ενός σώματος που αποτελούνταν συνολικά από 2000 άνδρες. Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1823, όταν οι επαναστάτες προσπάθησαν ανεπιτυχώς να εισέλθουν στο φρούριο με αυτοσχέδιες σκάλες, έγιναν όμως αντιληπτοί από την οθωμανική φρουρά που βρίσκονταν μέσα, κι έτσι η επιχείρηση απέτυχε.

Ο Δημήτριος Δράμαλης εγκαταστάθηκε στο ελεύθερο ελληνικό κράτος και παρέμεινε ως αξιωματικός στον τακτικό στρατό. Έφτασε έως το βαθμό του ταγματάρχη, ενώ το 1836 τιμήθηκε από τον Όθωνα για την προσφορά του στην πατρίδα.

Νικόλαος Δράμαλης

Γεννήθηκε στα τέλη του 18ου αιώνα στην περιοχή Δράμας. Συμμετείχε με το σώμα του στις μάχες του 1821 στην κεντρική Μακεδονία υπό τον Εμμανουήλ Παπά. Μετά την αποτυχία των επαναστατών εκεί, κατέβηκε στη νότια Ελλάδα όπου συμμετείχε με το σώμα του σε πολλές μάχες. Από την πολεμική του δράση τραυματίστηκε αρκετές φορές.

Στη συνέχεια εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο και μετά τη δημιουργία του τακτικού στρατού, υπηρέτησε ως υπαξιωματικός. Εκεί έλαβε και επισήμως το επώνυμο «Δράμαλης», δηλωτικό της καταγωγής του.

Επί Ιωάννη Καποδίστρια προήχθη σε αξιωματικό. Το 1831, μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Αυγουστίνο Καποδίστρια, ο Νικόλαος Δράμαλης μαζί με αξιωματικούς που υπηρετούσαν τότε στην εθνική φρουρά, συντάχθηκαν με την αντικυβερνητική πλευρά που είχε ως αποτέλεσμα την παραίτηση του Αυγ. Καποδίστρια στις 23 Μαρτίου του 1832.

Advertisement

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s